Για να έχει μια κόλληση την απαιτούμενη σταθερότητα και αντοχή, πρέπει να χρησιμοποιηθεί η κατάλληλη κόλλα και να εφαρμοστεί η ανάλογη τεχνική.
Γενικά, οι κόλλες χωρίζονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες: σε αυτές που πήζουν και σκληραίνουν με φυσικό τρόπο και σε αυτές που πήζουν και σκληραίνουν με χημικό τρόπο. Οι πρώτες είναι υδατικής βάσης ή περιέχουν διαλύτες και ξεραίνονται αποβάλλοντας τα υγρά συστατικά τους.
Οι δεύτερες ξεραίνονται χάρη σε κάποιες χημικές αντιδράσεις που προκαλούν τα συστατικά τους. Η φύση του υλικού καθορίζει την επιλογή της κόλλας . Θα ήταν μάταιο π.χ. να προσπαθήσει κανείς να κολλήσει δύο κομμάτια μετάλλου με υδατική κόλλα, αφού τα υγρά της στοιχεία δε θα μπορούσαν ούτε να εξατμιστούν ούτε να απορροφηθούν.
Πρόσφυση και συνοχή
Η συνισταμένη των δυνάμεων σύνδεσης που αναπτύσσονται μεταξύ δύο διαφορετικών υλικών, δηλαδή μεταξύ της κόλλας και του υλικού, λέγεται πρόσφυση. Οι δυνάμεις αυτές δρουν αποτελεσματικά όταν υπάρχει πλήρης και άμεση επαφή της κόλλας με την επιφάνεια του υλικού.
Γι’ αυτό η επιφάνεια κόλλησης πρέπει να είναι πεντακάθαρη, χωρίς ίχνος λίπους και σκόνης.Συνοχή είναι το αποτέλεσμα των δυνάμεων σύνδεσης που αναπτύσσονται και συγκρατούν ενωμένα τα κολλημένα κομμάτια.
Όσο μεγαλύτερες είναι οι επιφάνειες κόλλησης και όσο λεπτότερη και ομοιόμορφη είναι η ενδιάμεση στρώση της κόλλας, τόσο καλύτερη είναι η συνοχή των κομματιών.
Ο καθαρισμός των επιφανειών
Ανάλογα με το είδος των ρύπων, οι επιφάνειες της κόλλησης καθαρίζονται με μηχανικό τρόπο (βούρτσισμα, τρίψιμο, αμμοβολή) ή με χημικές μεθόδους (απολίπανση, καθαρισμός με οξέα).
Η απολίπανση πρέπει να γίνεται σε όλες τις μεταλλικές επιφάνειες, ανεξάρτητα από τυχόν άλλες προεπεξεργασίες. Χρησιμοποιήστε καθαρό οινόπνευμα ή ασετόν και όχι βενζίνη.
Τα καθαριστικά που έχουν ως βάση τη βενζίνη μπορεί να αφήσουν ίχνη λαδιού που οπωσδήποτε θα επηρεάσουν αρνητικά το βαθμό πρόσφυσης. Όταν πρόκειται για συνθετικά υλικά, το οινόπνευμα είναι προτιμότερο από το ασετόν, που μπορεί να τα βλάψει επιφανειακά.
Το άπλωμα της κόλλας
Για την καλύτερη δυνατή συνοχή, η στρώση της κόλλας πρέπει να μην ξεπερνά τα 0,3 χλσ. Μια παχιά στρώση κόλλας περιορίζει σημαντικά τις δυνάμεις προσκόλλησης.Το ιδανικό πάχος στρώσης που θα πρέπει να επιδιώκεται είναι 0,1 χλσ.
Η συνένωση
Όταν χρησιμοποιούνται υγρές κόλλες ή κόλλες χημικής αντίδρασης, τα κομμάτια πρέπει να παραμείνουν σταθεροποιημένα μέχρι το στέγνωμα και τη σκλήρυνση της κόλλας για να μην υπάρξουν μικρομετακινήσεις.
Η στερέωση γίνεται με διάφορα βοηθητικά μέσα (σφιγκτήρες, ιμάντες, πρέσες), τα οποία αφαιρούνται μετά τη συνοχή. Ο χρόνος όμως μεταξύ της σκλήρυνσης και της στιγμής που η κόλληση μπορεί να δεχτεί καταπονήσεις ποικίλλει.
Ειδικά στις κόλλες χημικής αντίδρασης, ο χρόνος αυτός περιορίζεται με την παροχή θερμότητας.Στις κόλλες επαφής, συνήθως δε χρειάζεται σταθεροποίηση. Η κόλλα αφήνεται να πήξει αρκετά στις δύο επιφάνειες και μετά τα δύο τεμάχια συγκολλούνται και πιέζονται.