Σε βαθύτερες γεωτρήσεις και πηγάδια, πάνω από 10-15 μέτρα, χρησιμοποιούνται συνήθως οι υποβρύχιες αντλίες, οι λεγόμενες και βυθιζόμενες ή καταδυτικές. Όταν το βάθος άντλησης δεν είναι μεγάλο και οι απαιτήσεις περιορίζονται στο πότισμα του γκαζόν και των παρτεριών, πολλοί προτιμούν τις αντλίες επιφανείας, σαν πιο εύκολα προσαρμοζόμενες και σε διάφορες άλλες χρήσεις.
Και είναι πολλές οι περιπτώσεις που αποδεικνύεται χρήσιμη ως και απαραίτητη μια αντλία, εκτός από το πότισμα: μπορεί να είναι η μεταφορά νερού από επίγεια ή υπόγεια υδροδεξαμενή βρόχινου νερού, το άδειασμα μιας λιμνούλας ή η λειτουργία ενός σιντριβανιού στον κήπο, ακόμα και κάποιο πλημμυρισμένο υπόγειο. Μια κατηγορία αντλιών με μοντέλα που κρίνονται θετικά ως προς την αποτελεσματικότητά τους στις περιπτώσεις αυτές έχει χαρακτηριστεί σαν «αντλίες κήπου» και προσφέρει τη δυνατότητα πιο «στοχευμένων» επιλογών.
Και πάλι όμως ίσως νιώσετε κάποια αμηχανία μπροστά στη μεγάλη γκάμα των τιμών (από 50 ως και 400 Ευρώ) και την ποικιλία του στάνταρντ η πρόσθετου εξοπλισμού. Επικεντρωθείτε στα βασικά. Καλά είναι αλλά όχι και πάντα απαραίτητα τα συστήματα π.χ. αυτόματης ενεργοποίησης, οι πολλές φτερωτές στα φυγοκεντρικά συστήματα ή τα διάφορα ηλεκτρονικά καλούδια μερικών μοντέλων. Αυτά που κυρίως θα τσεκάρετε είναι το ύψος αναρρόφησης, η ωριαία απόδοση, και κάποια βασικά, όπως το προφίλτρο προστασίας από την άμμο και από ακαθαρσίες, ή το σύστημα αντεπιστροφής που αποτρέπει τη διαρροή νερού από τον σωλήνα αφού η αντλία έχει τεθεί εκτός λειτουργίας.
Και μια πρακτική συμβουλή: επειδή σε όλες σχεδόν τις αντλίες επιφανείας είναι απαραίτητο το γέμισμά τους (όπως και του σωλήνα) με νερό κάθε φορά που θα ξεκινήσουν, προσέξτε το στόμιο της συσκευής να είναι αρκετά μεγάλο ώστε να ρίχνετε το νερό με το ποτιστήρι. Αν είναι μικρότερο θα χρειαστείτε χωνί και αρκετά περισσότερο χρόνο. To άδειασμα της αντλίας γίνεται εύκολα. Μόνο σε ένα ή δύο μοντέλα χρειάζεται εργαλείο για το άνοιγμα της τάπας.